Μαίρη Νάνου: "Κάθε ρόλος έχει τη μοναδικότητά του και κάθε ηθοποιός τη δική του μοναδική οντότητα."

2018-10-11

Μιλήστε μας για το πότε και πώς αρχίσατε την επαφή σας με την υποκριτική.

Μοιάζει αστείο, και μπορεί να είναι. Η πρώτη μου επαφή με την, ας πούμε, υποκριτική, έγινε από πολύ μικρή ηλικία, γύρω στα οκτώ μου χρόνια, στη μικρή αυλή στο πίσω μέρος του σπιτιού μας. Ήταν ακόμα η εποχή που στον Πειραιά, όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, υπήρχαν αυλές. Εκεί βρισκόταν το καταφύγιο του κρυφού μου ονείρου: να γίνω ηθοποιός (γέλια). Και εκεί έπαιζα μόνη και «σκηνοθετούσα» τον εαυτό μου σε δράματα, κωμωδίες, όπερες (αν και παντελώς άφωνη!) με αυτοσχεδιασμούς που ευτυχώς δεν τους έβλεπε κανείς... Η πραγματική επαφή μου με την υποκριτική άρχισε με τις σπουδές μου στη Σχολή Κατσέλη, νομίζω μία από τις ιστορικές και κορυφαίες του είδους.

Πού σας βρίσκουμε αυτό τον καιρό;

Μετά τη μικρή αυλή των παιδικών «παραστάσεών» μου, επιστρέφω ύστερα από δεκαετίες στην πόλη μου: στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, με τον Θείο Βάνια του Τσέχωφ. Τιμή μου μεγάλη αυτή η παρουσία, με μια θαυμάσια παραγωγή και έναν εξαιρετικό θίασο με επικεφαλής τον Γιώργο Κιμούλη, ο οποίος έχει κάνει τη μετάφραση και θα κάνει τη σκηνοθεσία.


Εκτός από το Θέατρο έχετε ασχοληθεί και με την τηλεόραση. Ποιο από τα δύο σας δίνει μεγαλύτερο αίσθημα ελευθερίας όσον αφορά την απόδοση ρόλου;

Πρόκειται για δύο τελείως διαφορετικά μέσα υποκριτικής έκφρασης, με τις δικές του τεχνικές το καθένα. Ασφαλώς το Θέατρο απαιτεί μεγαλύτερη συγκρότηση, συγκέντρωση, προσοχή και συνέχεια. Και στην τηλεόραση οι απαιτήσεις υπάρχουν, αλλά εκεί δεν έχουμε την ώρα της δημιουργίας τη συνέχεια. Υπάρχει η επανάληψη μια, δυο, όσες φορές χρειαστεί. Και ακόμα υπάρχει το μοντάζ που εξαφανίζει τα λάθη και αναδεικνύει τις καλύτερες λήψεις. Είναι αυτό που κάποιες φορές, για να το πούμε με μια φράση του συρμού, «σε κάνει μάγκα».

Ποιος από τους ρόλους που έχετε ενσαρκώσει σε Θέατρο και τηλεόραση πιστεύετε πως είναι πιο κοντά στον πραγματικό σας χαρακτήρα;

Ούτε στο Θέατρο ούτε στην τηλεόραση έχει σημασία ο χαρακτήρας του ηθοποιού. Ο οποίος προσφέρει τα εκφραστικά του εργαλεία, φωνή, σώμα, τεχνική, σε κάθε χαρακτήρα που του ανατίθεται. Κάθε ρόλος έχει τη μοναδικότητά του και κάθε ηθοποιός τη δική του μοναδική οντότητα.

Υπήρξε κάποιος ρόλος που σας επηρέασε τόσο ώστε να αλλάξετε κάποια στοιχεία της προσωπικότητάς σας;

Φυσικά όχι. Αλίμονο αν παθαίνουμε μεταλλάξεις στην προσωπικότητά μας από ένα ρόλο. Βέβαια ξέρουμε κάποιες περιπτώσεις σαν και αυτή που αναφέρετε. Θυμάμαι τον Βαν Κίλμερ όταν ενσάρκωσε στον κινηματογράφο τον Τζιμ Μόρισον. Φορούσε πριν από τα γυρίσματα τα ίδια ρούχα με τον ήρωα της ταινίας, εμιμείτο την ομιλία του, τις κινήσεις του, τον βηματισμό του, τις συνήθειές του. Ταυτίστηκε απόλυτα και συνέχισε να μην είναι ο εαυτός του αλλά ο τραγουδιστής των Doors και μετά το τέλος των γυρισμάτων. Χρειάστηκε ψυχοθεραπεία για να απαλλαγεί από τον Μόρισον που κουβαλούσε μέσα του.

Ποιον ρόλο ονειρεύεστε κάποια μέρα να ερμηνεύσετε στο θέατρο;

Είναι πολλοί, όλοι από το κλασικό ρεπερτόριο. Στη μικρή μας πίσω αυλή ικανοποιούσα το όποιο όνειρο είχα τότε. Τώρα, στην επαγγελματική «αυλή» δεν είναι εύκολα τα όνειρα, κυριαρχεί ο ρεαλισμός.

Ποια η προετοιμασία σας πριν από κάποια παράσταση, πώς ξεπερνάτε το άγχος και ποιο είναι το τελευταίο πράγμα που κάνετε πριν βγείτε στη σκηνή;

Βασικό μου μέλημα είναι να πηγαίνω πολλή ώρα πριν από την παράσταση. Αυτό, αλλά όχι μόνο, με βοηθάει να χαλαρώνω. Και προσπαθώ και με το μυαλό μου να αφήνω έξω όλα τα άλλα, ό,τι και να με απασχολεί. Δεν είναι εύκολο αυτό, αλλά το επιδιώκω. Όσο πλησιάζει η ώρα έναρξης τόσο περισσότερο προσπαθώ να απομονωθώ, να μη συζητάω, να μην σκέπτομαι τίποτε άλλο. Από νωρίς κλείνω το κινητό και πολύ συχνά, αν όχι πάντα, ρίχνω μια ματιά στο κείμενο και λέω ορισμένα από τα λόγια του ρόλου μου, κυρίως όταν έχουν περάσει κάποια 24ωρα από την προηγούμενη παράσταση και χρειάζεται φρεσκάρισμα η μνήμη. Συνήθως αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που κάνω. 

Ποιο μήνυμα θα θέλατε να στείλετε στους αναγνώστες μας;

Να αγαπούν το Θέατρο και να ανταμείβουν τις καλές παραστάσεις μιλώντας γι' αυτές και συστήνοντάς τις.