Στάθης Νικολαΐδης: "Πάνω στο σανίδι ξεχνάς ακόμα και το όνομά σου."

2020-07-03

Αν σας ζητούσα να μας γνωρίστε τον Στάθη μέσα από πέντε λέξεις, ποιες θα ήταν αυτές;

Επιθυμία μου είναι να είμαι απλός και αγαπητός, όσο αυτό είναι εφικτό γιατί ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε σε όλους αρεστοί και εννοείται δεν γίνεται να μας αρέσουν οι πάντες.

Από μικρό παιδί και μέχρι τώρα το βασικό μου μότο είναι ότι πάντοτε θέλω να συμπεριφέρομαι στον άλλον όπως θα ήθελα να μου συμπεριφερθεί. Πιστέψτε με το προσπαθώ όσο είναι δυνατόν. Η ευγένεια είναι πολύ σπουδαίο πράγμα, το έχω διδαχθεί από τους γονείς μου μαζί και με άλλες αρχές που τα έχω παρακαταθήκη από τα χρόνια της Κωνσταντινούπολης. Η ευγένεια και η επικοινωνία είναι το βασικό στοιχείο της μόρφωσης και δεν εννοώ της πανεπιστημιακής. Μπορεί να έχεις αρκετές περγαμηνές, αλλά να είσαι αμόρφωτος κοινωνικά. Καλό είναι να μην υπάρχει ο εγωισμός στην ζωή σου. Να θέλεις να προσφέρεις με αγάπη τον εαυτό σου στον άλλο, για να εισπράξεις πίσω την ίδια καλοσύνη.

Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τον χώρο της υποκριτικής;

Αγαπούσα και λάτρευα το θέατρο από μικρό παιδί. Με την μητέρα μου πηγαίναμε πολύ συχνά να παρακολουθήσουμε παραστάσεις, στην Κωνσταντινούπολη.

Ανέβηκα για πρώτη φορά στην σκηνή για να πω ένα ποίημα σε ηλικία έξι ετών στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο, στην Κωνσταντινούπολη. Είναι ένα αξιόλογο σχολείο και πολύ μεγάλο σε μέγεθος, στο οποίο είχα την μεγάλη τιμή και χαρά να φοιτήσω όλες τις τάξεις της δημοτικής εκπαίδευσης. Ο αίθουσα του θεάτρου είναι αρκετά επιβλητική και χωράει πεντακόσια άτομα. Πολύ συχνά, μου άρεσε να τρυπώνω στην αίθουσα, να ανοίγω την αυλαία και να παρακολουθώ τις πρόβες που γινόταν από έργα Αρχαίας Τραγωδίας. Ερχότανε ο Γιώργος Ρούσσος, ο σύζυγος της Καίτης Λαμπροπούλου, και δίδασκε αρχαία τραγωδία σε αυτό τον χώρο με εκπληκτικά κουστούμια. Έτσι μυήθηκα στον χώρο του Θεάτρου. Στην συνέχεια, μιας και ο πατέρας μου ήταν ξυλουργός βοήθησε στο χτίσιμο της φοβερής όπερας της Κωνσταντινούπολης, που δυστυχώς τώρα την γκρεμίζουνε. Με όλα αυτά τα ερεθίσματα αγάπησα το Θέατρο.

Στην πορεία της ζωής μου μπήκα στον χώρο του τουρισμού. Ήρθα στην Ελλάδα και ασχολήθηκα επαγγελματικά με αυτό τον τομέα δουλεύοντας σε μια μεγάλη ναυτιλιακή εταιρία. Το μικρόβιο όμως της υποκριτικής υπήρχε μέσα μου. Δημιουργήσαμε τον ερασιτεχνικό θίασο Κωνσταντινοπολιτών της Αθήνας και ανεβάσαμε αξιόλογα έργα στην έδρα των Κωνσταντινοπολιτών. Ανεβάζαμε κάποια στιγμή του έργο «Ο Λεπρέντης» του Χουρμούζη, με θεατές από κάτω τον Σακελλάριο και την Μελίνα Μερκούρη, σαν Υπουργός Πολιτισμού. Έρχεται η Μερκούρη στο τέλος της παράστασης στα καμαρίνια, με πιάνει από τον ώμο και με την χαρακτηριστική της φωνή μου λέει: «Εσύ παιδί μου είσαι σπουδαίος!». Με όλο το θάρρος και το θράσος μου της απαντώ αυτολεξεί: «Μελίνα μου, θέλω να πάω σε δραματική σχολή». Ήταν μια απόφαση που πήρα εκείνη την στιγμή, παρότι ήμουν στην ηλικία των είκοσι εφτά ετών. Μου λέει: «Θα πας, αύριο κιόλας.» Και έτσι με έστειλε στο ωδείο Αθηνών με καθηγήτριες την Ηρώ Σισμάνη, την Μαρία Χορς και άλλες αξιόλογες προσωπικότητες. Τα αναφέρω όλα αυτά για να δείξω το μεγαλείο της Μελίνας Μερκούρη, της χρωστάω την αρχή μου σε αυτό τον χώρο. Ήταν όσο σπουδαία, τόσο απλή. Και ο απλός είναι πάντα σπουδαίος! Έτσι ξεκίνησα να σπουδάζω, παράλληλα με την εργασία μου στο ναυτιλιακό γραφείο.

Και ενώ συνέχιζα των εργασία μου στον χώρο του τουρισμό, μου ήρθε η πρόταση από το Mega μέσω κάποιου παραγωγού να αναλάβω της διεύθυνση παραγωγής και να συμμετέχω σε σίριαλ. Ξεκίνησα με την σειρά «Άφρικα», στην συνέχεια ήρθε «η Δίψα», «η αγάπη της γάτας» κ.α. Και έτσι μεταπήδησα στον χώρο της υποκριτικής. 

Είναι εύκολο ή δύσκολο το επάγγελμα του ηθοποιού στις μέρες μας;

Το επάγγελμά μας είναι πάρα πολύ δύσκολο. Στους νέους που θέλουν να ασχοληθούν με αυτό τον χώρο πάντα τους συμβουλεύω να έχουν μια εξτρά και σίγουρη δουλειά ή κάποιο καλό εισόδημα για να μπορούν να βιοπορίζονται. Αυτό τον καιρό, δεν μιλάω για την συγκεκριμένη περίοδο του κορονοϊού, υπάρχουν είκοσι χιλιάδες ηθοποιοί, δουλεύουν οι τετρακόσιοι και πληρώνονται οι σαράντα. Μπορεί να εργάζεσαι αυτή την στιγμή στο θέατρο, αλλά έχεις ένα αβέβαιο μέλλον. Επίσης είναι το μόνο επάγγελμα που δεν λαμβάνεται υπόψιν η προϋπηρεσία. Η ακρόαση και η οντισιόν είναι τόσο ψυχοφθόρα, γιατί αυτή την στιγμή δεν λαμβάνεται υπόψιν αυτό που παρουσιάζεις αλλά τα μέσα, ο γνωστός και οι πλάτες. Είμαι περήφανος, γιατί οι μόνες πλάτες που χτύπησα ήταν οι δικές μου. Αγωνίστηκα και στάθηκα πολύ τυχερός γιατί συμμετείχα σε αρκετές θεατρικές και τηλεοπτικές παραγωγές και ταινίες. Επίσης ταξίδεψα και επικοινώνησα την δουλειά μου σε πάρα πολλές περιοχές του τόπου μας και σε πολλές πόλεις του εξωτερικού.

Έχετε συμμετάσχει σε πολλές θεατρικές παραστάσεις και τηλεοπτικές σειρές. Το σανίδι ή η κάμερα δίνει μεγαλύτερη ελευθερία στον ηθοποιό;

Σαφώς, το σανίδι. Για ένα θεατρικό έργο κάνεις δύο με τρεις μήνες πρόβα, είναι κάτι ζωντανό, κάθε βράδυ είναι ξεχωριστό και μοναδικό γιατί «εισπνέεις» και παίρνεις την αύρα του κοινού και δεν γνωρίζεις την εξέλιξη της κάθε παράστασης. Πάνω στο σανίδι ξεχνάς ακόμα και το όνομά σου. Όσο καλά και να γνωρίζεις τον ρόλο πρέπει αν πάσα στιγμή να είσαι ετοιμοπόλεμος και σε εγρήγορση. Πολύ σημαντικό ρόλο φυσικά παίζει και η πείρα για να διορθώσεις ένα λάθος ή μια παράληψη της στιγμής.

Ενώ στην κάμερα πάντα κυνηγάς το τέλειο. Μπορεί μια σκηνή να γυριστεί αρκετές φορές μέχρι να βγει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Φυσικά και αγαπώ την τηλεόραση, για αυτό την έχω υπηρετήσει τόσα χρόνια με αξιόλογες δουλειές.

Όπως είπε ένας μεγάλος σκηνοθέτης «Στην ταινία και στο σήριαλ βλέπουμε αυτό που θέλει ο σκηνοθέτης, στο θέατρο βλέπουμε τα πάντα!».

Φέτος τηλεοπτικά σας είδαμε στο «Κόκκινο Ποτάμι». Τι ήταν αυτό που σας έκανε να δεχτείτε την πρόταση και να γίνεται κομμάτι αυτής της μεγάλης παραγωγής;

Η πρόταση ήρθε από τον σκηνοθέτη της σειράς, τον Μανούσο Μανουσάκη. Είχαμε μια καλή συνεργασία και σε άλλα σήριαλ στο παρελθόν. Επίσης ότι γνωρίζω την Τουρκική διάλεκτο ήταν ένα επιπλέον κίνητρο για την επιλογή μου. Ειλικρινά ήταν μεγάλη μου τιμή! Τον Μανούσο Μανουσάκη τον λατρεύω, είναι ένας σπουδαίος επαγγελματίας και άνθρωπος. Φυσικά πολύ αξιόλογη είναι και η σύζυγός του, Μαρία, η οποία έχει το κομμάτι της παραγωγής.

Κυρίως στην τηλεόραση έχει μεγάλη σημασία ο σκηνοθέτης και η συμπεριφορά του. Ο Μανουσάκης δεν βαριέται και δεν κουράζεται ποτέ, πάντα με το χαμόγελο και τον γλυκό λόγο στο στόμα. Μπορούσαμε να επαναλαμβάνουμε μια σκηνή αρκετές φορές, αλλά με τον πρόσχαρο και γλυκό τρόπο που το ζητούσε δεν σου άφηνε περιθώρια να δυσανασχετήσεις. Επίσης κάτι που τιμάει τον Μανουσάκη, γιατί κάνει και την παραγωγή, είναι ότι σεβόταν την δουλειά και τον κόπο του ηθοποιού και το έδειχνε με την συμπεριφορά κατά την διάρκεια των γυρισμάτων αλλά και με τις οικονομικές αποδοχές που δινόταν στην ώρα τους. Επειδή υπήρξα διευθυντής παραγωγής και όλοι έχουν να μιλάνε για την δουλειά μου, φρόντιζα πρώτα από όλους να πληρώνεται ο ηθοποιός.

Ποιες δυσκολίες και ποιες παγίδες έκρυβε ο ρόλος σας;

Ο βαλής, που στα τουρκικά σημάνει νομάρχης, στην περιοχή του Ερζερούμ ήταν σαν ηγέτης. Προσπάθησα να αποδώσω ερμηνευτικά τον ήρωα μέσα από μια δωρικότητα και απλότητα, χωρίς φαμφαρισμούς. Να υπάρχει η αλήθεια του χαρακτήρα σύμφωνα με το σενάριο, γιατί αυτός ο άνθρωπος ήταν κατακτητής, έσφαζε, διέταζε και υπήρχε μόνο η κακία και ο εγωισμός στην ψυχή του.

Επειδή ήταν κόντρα στην προσωπικότητά μου και πάντα αυτοί οι ρόλοι με ιντριγκάρουν, προσπάθησα μέσα από κάθε λέξη να βγει το νόημα των πράξεών του. Επίσης είχα την δυσκολία να παίξω με δύο γλώσσες, άσχετα αν τις κατέχω και τις δύο. Αυτό πιστέψτε με κρύβει κάποιους κινδύνους και θέλει αρκετή δουλειά και προετοιμασία.

Χάρηκα πάρα πολύ που είχε τόσο μεγάλη απήχηση η ερμηνεία μου από τον κόσμο. Και όσοι λένε ότι με μισούν, γνωρίζω ότι αυτό το νιώθουν για τον ήρωα και είναι κάτι μου δίνει διπλή χαρά γιατί κατέφερα να τους αγγίξω συναισθηματικά και να βγάλω όσο μπορούσα το καλύτερο αποτέλεσμα. 

Πρόσφατα κυκλοφόρησε το πρώτο σας λογοτεχνικό έργο με τίτλο «Γιατί;». Μιλήστε μας λίγο για αυτό.

Μου άρεσε πάντα να γράφω. Την ιστορία του βιβλίου την ανακάλυψα στα χειρόγραφα μίας θείας μου, που ήταν εκπαιδευτικός. Μάλιστα ήταν γραμμένη με τον κοντυλοφόρο. Το πήρα στα χέρια μου και το διάβασα μετά τον θάνατό της. Το δούλεψα και το επεξεργάστηκα αρκετά. Επίσης επειδή οι ήρωες είναι δύο γυναίκες και ένας άντρας, μπορεί η μία γυναικεία να είναι η θεία μου.

Το «Γιατί;» λοιπόν είναι μια ιστορία δύο ανθρώπων, που μπαίνει ένα τρίτο πρόσωπο ανάμεσά τους. Τους παρακολουθούμε από την νεαρή ηλικία μέχρι και ως μεσήλικες. Συμβαίνουν πολλά γεγονότα στην ζωή τους. Θα ήθελα να διευκρινίσω ότι δεν υπάρχει αναφορά σε ιστορικά γεγονότα. Το λογοτεχνικό ταξίδι ξεκινάει από την δεκαετία του '70. Οι νοσταλγίες από την Πόλη δίνουν έναν ιδιαίτερο χρωματισμό στο βιβλίο. Η πορεία των ηρώων είναι από την Κωνσταντινούπολη προς την Αθήνα, εκεί όπου συμβαίνουν πολλά γεγονότα.

Το ονόμασα «Γιατί;» επειδή είναι ένα κύριο ερώτημα για όλα αυτά που ταράζουν τις ζωές τους. Με τον Έρωτα, το μίσος, το πάθος, το χρήμα, την νοσταλγία, τους γονείς και τις απρόοπτες καταστάσεις να είναι οι κρυφοί πρωταγωνιστές που επηρεάζουν την εξέλιξη και το φινάλε.

Είμαι πολύ ευτυχής, γιατί όσοι το διάβασαν μου είπαν «γιατί μας το έκανες αυτό, ξημερωθήκαμε διαβάζοντάς το»! Με χαρά σας λέω ότι έχει ταξιδέψει σε πολλές χώρες του εξωτερικού και φυσικά κινείται και στην Ελλάδα. Έχω πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα τρεις παρουσιάσεις, δύο στην Αθήνα και μία στην Θεσσαλονίκη, οι οποίες είχαν πολύ μεγάλη επιτυχία. Φυσικά να αναφέρω ότι τις είχα σκηνοθετήσει προσωπικά και τις είχα «ντύσει» με ερωτικές μελωδίες και άρωμα Πόλης.

Τέλος να πω ότι το εξώφυλλο το έχει επιμεληθεί η κόρη μου, που είναι γραφίστρια. 

Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;

Δυστυχώς σχέδια δεν υπάρχουν. Επειδή παράλληλα ήμουν Διευθυντής Σκηνής στο Θέατρο Ιλίσια έχω να πω ότι κανείς δεν ξέρει τι του επιφυλάσσει το αύριο, είδομεν και πράττομεν. Για μια θεατρική παράσταση που ξεκινάει τον Οκτώβριο πρέπει οι πρόβες να αρχίσουν από τον Ιούλιο και κανένας αυτό τον καιρό δεν μπορεί να ρισκάρει μια τέτοια παραγωγή. Ο δικός μας κλάδος έχει πληγεί πολύ θανάσιμα. Υπάρχει πολύ μεγάλη ανεργία. Το θέατρο δεν είναι μόνο ο ηθοποιός, είναι ο σκηνογράφος, ο μαραγκός, ο φωτιστής και πολλά ακόμα επαγγέλματα. Είμαστε όλοι στα καρφιά και περιμένουμε να δούμε τι θα γίνει μέρα με την μέρα. Από την άλλη τηλεοπτικά δεν υπάρχει κάτι, βρίσκομαι σε κάποιες συζητήσεις αλλά τίποτα δεν είναι ανακοινώσιμο και σίγουρο.

Θέλω να είμαστε αισιόδοξοι μεν, αλλά συγκρατημένοι δε. Πρέπει να δουλέψει ο κόσμος και να κινηθεί η οικονομία. 

Κλείνοντας ποια ευχή έχετε να κάνετε στους αναγνώστες μας;

Δεν πρέπει να δίνεις μόνο υλική τροφή στον οργανισμό σου, αλλά πρέπει να υπάρξει και η πνευματική. Η πνευματική τροφή συμβάλει στην συμπεριφορά μας, την αγωγή μας, στην αγάπη μας προς τον συνάνθρωπό και διώχνει τον εγωισμό από την καρδιά και το μυαλό μας. Η ανάγνωση ενός καλύτερου μέχρι ενός χειρότερου βιβλίου είναι η πιο σωστή πράξη από το να μην διαβάσεις καθόλου.

Πρέπει και η μεγαλύτερη γενιά να δώσει το ερέθισμα στους νέους μας. Χαριτολογώντας κάποια στιγμή είχα πει πως αν δημιουργούσα κινητό αντί για βιβλίο θα είχα γίνει εκατομμυριούχος. Θέλω να ευχηθώ, ειδικά στα νέα παιδιά, να αφήσουν την τεχνολογία και να αγκαλιάσουν την λογοτεχνία!

Να αναφέρω ότι η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε ζωντανά μέσω βιντεοσυνομιλίας μετά από πρόταση του ηθοποιού, την οποία αποδέχτηκα με μεγάλη μου τιμή και χαρά.